Η προτεινόμενη Υπουργική Απόφαση συνεχίζει την πολιτική της απαξίωσης των πτυχίων των γεωτεχνικών που εισήγαγε η προηγούμενη ΥΑ για τους συμβούλους, παρά τη ρητή συμπερίληψη της ‘Παροχής συμβουλών εμπειρογνώμονα’ στα εργασιακά δικαιώματα των γεωτεχνικών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4.2.δ του Π.Δ. 344/2000 «Άσκηση του επαγγέλματος του γεωτεχνικού». Αναρωτιέται κανείς πώς αντιλαμβάνονται οι συντάκτες της ΥΑ το πανεπιστημιακό πτυχίο των γεωτεχνικών, ακόμα και αυτών που έχουν αναγνωριστεί ως μάστερ (προφανώς μόνο ως μισθολογική διαφοροποίηση και όχι ως πραγματική αναβάθμιση) όταν δεν το αναγνωρίζουν ούτε ως αντάξιο μιας αρχικής πιστοποίησης των συμβούλων;
Ποια είναι άραγε η προστιθέμενη αξία στις γνώσεις των γεωτεχνικών από τις, παιγνιώδεις και μερικώς αμφίσημες, ερωτήσεις των αρχικών ‘εξετάσεων’ του ΕΛΓΟ Δήμητρα; Αν όντως θέλουμε αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών θα έπρεπε να προβλέπονταν συνεχής ενημέρωση από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου και των κατά τόπους περιφερειακών υπηρεσιών, που παρακολουθούν και ενημερώνονται για τις εξελίξεις στη νομοθεσία της ΕΕ και όχι από τον ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, το οποίο είναι μεν ΝΠΙΔ εποπτευόμενο από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, σκοπό έχει όμως να παρέχει Αγροτική Επαγγελματική Εκπαίδευση σε όσους θέλουν να δραστηριοποιηθούν ή/και να απασχοληθούν σε εκμεταλλεύσεις και επιχειρήσεις του αγροτοδιατροφικού τομέα, δηλαδή σε αγρότες και όχι σε γεωτεχνικούς.
Πέραν όμως της παραπάνω θεμελιώδους αντίθεσης με την υφιστάμενη νομοθεσία για τα εργασιακά δικαιώματα των γεωτεχνικών, η προτεινόμενη ΥΑ επαναλαμβάνει το ατόπημα αποκλεισμού βασικών ομάδων των γεωτεχνικών που όχι μόνο de facto αλλά και σε μερικές περιπτώσεις και de jure έχουν επιφορτιστεί με τη παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών προς τους αγρότες.
Ειδικότερα για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, τόσο η εθνική όσο και η ευρωπαϊκή νομοθεσία έχει αποδεχτεί, με τον ορισμό του συμβούλου στην οδηγία 128/2009 για την ορθολογική χρήση των φπ, τη δυνατότητα να λειτουργούν ως σύμβουλοι όσοι έχουν ‘αποκτήσει επαρκείς γνώσεις και παρέχουν συμβουλές σχετικά με τη διαχείριση επιβλαβών οργανισμών και την ασφαλή χρήση γεωργικών φαρμάκων στα πλαίσια επαγγελματικής ιδιότητας ή εμπορικής υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων τόσο των ανεξάρτητων ιδιωτικών γραφείων παροχής συμβουλών όσο και των δημόσιων, των εμπορικών αντιπροσώπων και, ανάλογα με την περίπτωση, των παραγωγών και εμπόρων λιανικής πωλήσεως τροφίμων’.
Με δεδομένο μάλιστα ότι η κοινοτική νομοθεσία έχει μεταφερθεί αυτούσια στην εθνική νομοθεσία και προβλέπει:
• Στο άρθρο 14 της οδηγίας, για τα Κράτη Μέλη την υποχρέωση να προωθήσουν την ολοκληρωμένη φυτοπροστασία, μεταξύ άλλων και με την εξασφάλιση ‘πρόσβασης σε υπηρεσίες συμβουλευτικής για την ολοκληρωμένη φυτοπροστασία’, προφανώς από τους συμβούλους που η ίδια η οδηγία ορίζει, η κατάρτιση των οποίων περιλαμβάνει τα αντικείμενα του Παραρτήματος Ι της οδηγίας, συμπεριλαμβανομένης φυσικά, στο σημείο 4 αυτού, της ολοκληρωμένης φυτοπροστασίας.
• Στο άρθρο 6 της οδηγίας, για τα σημεία πώλησης των φπ την υποχρέωση να παρέχουν στους αγρότες συμβουλές ‘όσον αφορά τη χρήση των γεωργικών φαρμάκων, τους κινδύνους για την υγεία και το περιβάλλον και οδηγίες για την ασφάλεια όσον αφορά τη διαχείριση των κινδύνων αυτών σχετικά με τα εν λόγω προϊόντα’ και πάλι προφανώς από τους συμβούλους που η ίδια η οδηγία ορίζει.
• Στο άρθρο 44, παρ. 4 του ν.4235/2014 (Α ́32), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 35 του ν.4036/2012 (ΦΕΚ Α ́8), την νομική πρόβλεψη ο συνταγογράφος των φπ, είτε είναι είτε δεν είναι και υπεύθυνος επιστήμονας των καταστημάτων διάθεσης αυτών, να καθίσταται αποκλειστικά υπεύθυνος για την επιλογή τόσο της δραστικής ουσίας όσο και των ενδεδειγμένων και εγκεκριμένων για τη κάθε χρήση φπ.
Είναι οξύμωρο ο υπεύθυνος γεωπόνος να ορίζεται από τον έναν νόμο ως υπεύθυνος για την σωστή διαχείριση των φπ και από την άλλη να μην μπορεί να είναι σύμβουλος του παραγωγού αναιρώντας την τεράστια συμβουλή και εμπειρία των γεωπονικών καταστημάτων, η θέσπιση των οποίων από τη δεκαετία του ’70 αποτελεί αδιάλειπτη και στρατηγική επιλογή του Ελληνικού Κράτους για την ασφαλή χρήση των φπ.
Ποια είναι άραγε η διαφοροποίηση από τα παραπάνω του συμβούλου σύμφωνα με τα οριζόμενα από την προτεινόμενη ΥΑ για το Πακέτο Συμβουλών 3; Αφού και πάλι η αναγωγή γίνεται στο άρθρο 14 της οδηγίας 128/2009!
Είναι πρόδηλο λοιπόν ότι ο αποκλεισμός, με μια υπουργική απόφαση, από τη δυνατότητα ορισμού ως συμβούλου των ασχολούμενων με την εμπορία των γεωργικών εφοδίων, έρχεται σε αντίθεση με υφιστάμενες νομικές και κανονιστικές προβλέψεις, ενώ το ίδιο ισχύει και:
• για τους γεωτεχνικούς στις δημόσιες υπηρεσίες, οι οποίοι από τις αρμοδιότητές τους έχουν επιφορτιστεί τόσο με αναπτυξιακό/συμβουλευτικό όσο και με ελεγκτικό ρόλο, καθιστώντας πρόδηλη την απουσία ‘σύγκρουσης συμφερόντων’ των δύο ιδιοτήτων για το Ελληνικό Κράτος,
• για τους γεωτεχνικούς που ασχολούνται με το εμπόριο τροφίμων, η περίπτωση των οποίων επίσης ρητά περιλαμβάνεται στον ευρωπαϊκό ορισμό του συμβούλου των φ.π.
Επισημαίνουμε, ότι αυτές οι αναφορές σε ασυμβίβαστα δεν υπήρχαν στο κείμενο του σχεδίου της προηγούμενης ΥΑ για τους συμβούλους που είχε δοθεί για δημόσια διαβούλευση, οπότε δεν δόθηκε ποτέ η δυνατότητα εναντίωσης σε αυτή τη πολιτική μεθόδευση των αποκλεισμών.
Κλείνοντας, σκόπιμο είναι να παρουσιαστούν δύο συγκεκριμένα παραδείγματα που καταδεικνύουν ότι η συγκεκριμένη πρόταση έρχεται σε λογική αντίθεση με θεσμοθετημένες αλλά και μελλοντικά επιθυμητές ως βέλτιστες πρακτικές παραγωγής, ειδικότερα:
• αν ισχύσουν οι αποκλεισμοί οι συνεταιρισμοί, είτε ως οντότητες διάθεσης τροφίμων, είτε ως καταστήματα γεωργικών εφοδίων αποκλείονται από τη δυνατότητα να οριστούν ως σύμβουλοι
• η συμβολαιακή γεωργία εξ ορισμού επίσης θα αποκλείεται από τη δυνατότητα να οριστούν ως σύμβουλοι οι γεωτεχνικοί που την επικουρούν, οπότε υπάρχει ανάγκη επανακαθορισμού και των πακέτων συμβουλών 4&6, καθώς η συμβολή των γεωργικών καταστημάτων στην εφαρμογή της συμβολαιακής γεωργίας είναι μεγάλη και ως παράδειγμα θα μπορούσε να αναφερθεί το ποντοπόρο και επιτυχημένο πρόγραμμα του κριθαριού βυνοποιίας για φυτά ανθεκτικά στην κλιματική αλλαγή.